Μετάβαση στο περιεχόμενο

solar

Από Βικιλεξικό

Επίθετο

[επεξεργασία]

solar (en) (χωρίς παραθετικά)

  • ηλιακός
      Conversion of energy from solar to electrical is important for green technology.
    Η μετατροπή ενέργειας από ηλιακή σε ηλεκτρική είναι σημαντική για την πράσινη τεχνολογία.

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]



Επίθετο

[επεξεργασία]

solar (es)